Κήρυγμα του Μητροπολίτου μας
ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ & ΣΚΥΡΟΥ
Κ.Κ. Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ
ΟΜΙΛΙΑ 19η
ΚΥΡΙΑΚΗ 09.06.2024 "ΝΕΚΡΑ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΓΕΛΙΟ"
Ὁ Χρυσόστομος ἀφοῦ ἑρμηνεύση κατά λέξι ώρισμένους στίχους τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Παύλου, προχωρεῖ σέ συμπέρασμα καί άναπτύσσει ἕνα θέμα σχετικά μέ τό νόημα τῆς περικοπῆς. Αὐτό τό βλέπομε καί στήν ἑξῆς περίπτωσι. Ὁ Παῦλος μιλῶντας γιά τήν Ἀρχιερωσύνη τοῦ Χριστοῦ κατέληξε στή φρᾶσι: " ὁ Χριστός προσέφερε τόν Ἑαυτόν Του θυσία ἄμωμη στόν Θεό καί μέ τό Αἷμα Του καθαρίζει τήν συνείδησί μας ἀπό νεκρά ἔργα.
΄Εδῶ δείχνει ὁ Παῦλος ὅτι ἐκεῖνος πού διαπράττει νεκρά ἔργα, δέν εἶναι δυνατόν νά λατρεύῃ τόν ζωντανό Θεόν΄΄. Καί ἐρωτᾷ: “Ποῖα εἶναι τά νεκρά ἔργα; Καί ἀπαντᾶ: "Νεκρά ἔργα εἶναι ὅλα ἐκεῖνα πού δέν ἔχουν ζωήν, πού ἐκπέμπουν δυσοσμίαν. Μέ μία λέξι "νεκρό ἔργο΄΄ εἶναι ἡ ἁμαρτία. Καί ὅπως τό νεκρό σῶμα προξενεῖ λύπη σ' ἐκείνους πού τό πλησιάζουν, ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία δέν ἀφήνει οὔτε τόν νοῦ νά ἡρεμῇ, ἀλλά τόν θορυβεῖ καί τόν ταράσσει. Λέγεται ὅτι ὁ λοιμός κατατρώγει τά σώματα. Τέτοια εἶναι καί ἡ ἁμαρτία, δέν διαφέρει καθόλου ἀπό τόν λοιμό, διαφθείροντας συγχρόνως καί τήν ψυχήν. Αὐτοί πού ὑποφέρουν από λοιμώδη νόσο εἶναι γεμάτοι ἀπό δυσωδίαν. Τά πρόσωπά τους εἶναι αἰσχρά καί ὅλοι καί ὅλα εἶναι ἀκάθαρτα. Τέτοιοι εἶναι καί ὅσοι ἁμαρτάνουν, ἔστω καί ἄν δέν τό βλέπουν΄΄. Στήν συνέχεια, ὁ Χρυσόστομος θά ἀναφέρῃ καί θά ἀποδείξῃ ὡς νεκρά ἔργα τήν πλεονεξίαν, τήν ὑπερβολική ἀγάπη τῶν χρημάτων, τήν πορνείαν, τόν θυμόν καί τόν φθόνον καί θά συμπεριλάβῃ καί τόν ἀπρεπῆ γέλωτα καί γι' αὐτόν θά εἰπῇ: ΄Ενώπιον τῆς ἁμαρτίας στέκεσαι καί γελᾷς, ἄν κάποιος εἰπῇ ἕνα ἀστεῖο, ἀμέσως προκαλώντας γέλιο σ' ἐκείνους πού τό ἀκοῦν; Ὁ Παῦλος φωνάζει: «Ή γελοιότητα νά έξαφανιστῇ ἀπό ἐσᾶς». Ὅμως πολλοί δέν σταματοῦν νά γελοῦν ἀκόμη καί μέσα στήν Ἐκκλησίαν κατά τήν ὥραν τῆς Θείας Λατρείας. Ὁ παρόν καιρός εἶναι καιρός πένθους, θλίψεως, βασάνων, ἀγώνων καί ἰδρώτων καί σύ γελᾷς;΄΄
Καί ὁ Χρυσόστομος συνεχίζει ἀπευθύνοντας τόν λόγον καί στίς γυναῖκες λέγοντας:
Ο λόγος μου αὐτός ἀπευθύνεται πρός τίς γυναῖκες. Πές μου γυναῖκα, καλύπτεις τό κεφάλι σου καί γελᾷς, εὑρισκόμενη μέσα στήν Ἐκκλησία; Εἰσῆλθες νά προσευχηθῆς καί νά ἐξομολογηθῇς τά ἁμαρτήματα, νά προσπέσης στόν Θεόν, νά Τόν παρακαλέσης γιά τά κακά πού διέπραξες καί τήν σοβαρήν καί ἱερήν αὐτήν ὑπόθεσι τήν κάνεις γελῶντας; Πῶς θά καταστήσης εὐμενῆ τόν Θεόν; Ἴσως νὰ μοῦ εἰπῇς: τί κακό εἶναι τό γέλιο; Σοῦ ἀπαντῶ: Δέν εἶναι κακό τό γέλιο, ἀλλά κακό εἶναι ὅταν γίνεται πέρα ἀπό τό μέτρο καί ἄκαιρα. Τό γέλιο δικαιολογεῖται ὅταν ἰδοῦμε φίλο μας πού εἴχαμε καιρό νά συναντηθοῦμε, ὅταν ίδοῦμε κάποιους φοβισμένους, νά τούς ἐλαφρύνωμε. Μέ δάκρυα καί ὄχι μέ γέλια λάτρευε τόν Θεόν, γιά νά μπορέσῃς νά καθαρίσῃς τά ἁμαρτήματά σου΄΄.
Καί καταλήγει στό συμπέρασμα: ΄΄Ἄς πενθήσωμε άδελφοί γιά νά γελάσωμε πραγματικά καί γιά νά νοιώσωμε εὐφροσύνη καί χαρά . Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου εἶναι βέβαιος: ΄΄Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε΄΄.
Αμήν