Κήρυγμα του Μητροπολίτου μας
ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ & ΣΚΥΡΟΥ
Κ.Κ. Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ
ΟΜΙΛΙΑ 14η
Οἱ Ἅγιοι ὑπῆρξαν ξένοι ὡς πρός τόν κόσμον τοῦτον. Τόν νοῦν εἰς οὐρανόν μεταθέντες, μέ τήν ζωήν τους έστερέωσαν τήν πίστιν καί ἐβεβαίωσαν τήν κατοικίαν ὡς ξένοι, μέ τήν προσδοκίαν τῆς οὐρανίου κατοικίας, τῆς ὁποίας Δημιουργός εἶναι ὁ Θεός. Στή σειρά τῶν πιστῶν καί ξένων, ὁ Παῦλος προσθέτει τόν Ἀβραάμ, πού σχολιάζει ὁ Χρυσόστομος πολύ θερμά, πειστικά καί διδακτικά λέγοντας:
«Ξένοι καί παρεπίδημοι ἦσαν οἱ Ἅγιοι καί μέ ποιό τρόπο καί σε ποιό τόπο, τό ὁμολογεῖ ὁ Ἀβραάμ. Αὐτό τό ἐπιβεβαιώνει ὁ Ἀβραάμ, ὅτι δέν ἦταν μόνος ξένος τῆς Παλαιστίνης, ἀλλά καί ὅλης τῆς οἰκουμένης. Τίποτε δέν ἔβλεπε σ' αὐτή τήν γῆ, ἀλλά ὅλα τά θεωροῦσε ξένα καί ὄχι δικά του. Αὐτός ἤθελε νά άποκτήσῃ τήν άρετή, δι' αὐτό ἀποστρεφόταν τα γήϊνα πράγματα. Καί αὐτό τό ἔδειχναν ὄχι τά λόγια αλλά οἱ πράξεις.» Ὁ Χρυσόστομος θα σχολιάσῃ τον διάλογο τοῦ Ἀβραάμ μέ τόν Θεόν καί θά ἀποδείξῃ το θέμα αὐτό. Γράφει: «Εἶπε ὁ Θεός στόν Ἀβραάμ: "Άφησε τήν πατρίδα σου καί ἔλα να ἐγκατασταθῇς σε ξένη χώρα΄΄. Μέ πολύ προσοχή καί μέ μεγάλη εὐκολία ἄφησε τήν χώρα του ὁ Ἀβραάμ. Ἀλλά καί ὅταν τοῦ ἐζήτησε να θυσιάσῃ τὸν υἱόν του, μέτόση ευκολία τόν προσέφερε, σάν νά μήν ἦταν ντυμένος μέ τήν ἀνθρωπίνη φύσι.»
«Στήν προσωπική του ζωή τά πράγματά του τά εἶχε κοινά μέ ὅλους τούς περαστικούς καί τίποτε δέν θεωροῦσε δικό του. Τα πρωτεῖα τά παραχωροῦσε στούς ἄλλους καί τόν ἑαυτόν του τόν ἔριχνε στούς κινδύνους καί ὑπέφερε πολλά δεινά. Δέν κατασκεύαζε λαμπρά σπίτια, δέν ἐφρόντιζε για πολυτελῆ ἐνδύματα, οὔτε για τίποτε ἄλλο πού ἀνήκει σ' αὐτή τήν ζωή, ἀλλά ἐφάρμοζε ἐκεῖνα πού ἀνήκουν σ' ἐκείνη τήν Πόλι, τήν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Ήταν φιλόξενος, φιλάδελφος, ἐλεήμων, ἀνεξίκακος καί περιφρονοῦσε τά χρήματα, τήν δόξα καί ἄλλα πολλά αὐτῆς τῆς ζωῆς.
Ζοῦσε σάν πολίτης τῆς ἄνω Πόλεως μέ κάθε σωφροσύνη καί κοσμιότητα, πιστεύοντας τήν ἐπαγγελία τοῦ Θεοῦ. Καί βιαζόταν να φτάσῃ στήν Πόλι ἐκείνη για να πραγματοποιηθῇ ἡ ἐπαγγελία αὐτή. Καί πρός αὐτή βάδιζε βιαστικά καί μέ τόν τρόπο αυτό εὐαρεστοῦσε τόν Θεόν, πού καί αὐτός καταδεχόταν νά όνομάζεται καί νά εἶναι Θεός τοῦ Ἀβραάμ.»
Καί τίθεται τό ἐρώτημα: Θα μποροῦσε κανείς να εὔρῃ σήμερα πολλούς πού ὀνομάζονται έτσι;